Το Μαγικό Παράθυρο
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα μικρό αγόρι που αρρώστησε πολύ. Έπρεπε όλη μέρα να μένει στο κρεββάτι ανήμπορο να κουνηθεί.
Δεν επιτρεπόταν στα άλλα παιδιά να τον πλησιάζουν κι αυτό έκανε το αγόρι να νιώθει πολύ άσχημα και να περνά τη μέρα του μέσα στη στεναχώρια.
Δεν μπορούσε να κάνει τίποτα άλλο από το να κοιτά έξω από το παράθυρό του.
Ο καιρός περνούσε κα η λύπη του όλο και μεγάλωνε.
Μέχρι που μια μέρα είδε μια περίεργη σκιά στο παράθυρο. Ήταν ένας πιγκουίνος που έτρωγε ένα σάντουιτς με λουκάνικο! Ο πιγκουίνος μπήκε για μια στιγμή από το παράθυρο, είπε Καλημέρα! στο αγόρι και εξαφανίστηκε. Φυσικά η έκπληξη του αγοριού ήταν μεγάλη. Προσπαθούσε να καταλάβει τι είχε συμβεί, όταν από το παράθυρό του είδε μια μαϊμού να προσπαθεί να φουσκώσει ένα μπαλόνι.
Στην αρχή το αγόρι προσπαθούσε να συνηδειτοποιήσει τι συνέβαινε, όταν όμως άρχισαν όλο και πιο περίεργοι χαρακτήρες να εμφανίζονται στο παράθυρό του, ξέσπασε σε γέλια.
Μα πώς να μη γελάσει κανείς βλέποντας ένα καγκουρό να παίζει ταμπούρλο, έναν ελέφαντα να κάνει τραμπολίνο, ή ένα
σκύλο να φοράει γυαλιά και να διαβάζει εφημερίδα!
Το αγόρι δεν είπε τίποτα σε κανένα για όλα αυτά γιατί ποιος θα το πίστευε Όλα αυτα τα παράξενα ζωάκια κατάφεραν να το κάνουν να γελάσει και να γεμίσουν
ξανά με χαρά την καρδιά και το σώμα του. Δεν πέρασε πολύς καιρός και η υγεία του αγοριού βελτιώθηκε τόσο πολύ που γρήγορα μπόρεσε να γυρίσει ξανά στο σχολείο του.
Εκεί συνάντησε ξανά τους φίλους του και τους εξιστόρησε τα πάντα για τα παράξενα πράγματα που είδε στο παράθυρό
του. Όση ώρα μιλούσε με τον καλύτερό του φίλο, το αγόρι είδε κάτι περίεργο να ξεπροβάλει από τη τσάντα του φίλου του.
Ρώτησε τι ήταν και μάλιστα επέμενε τόσο πολύ που ο φίλος του αναγκάστηκε να του πει τι έκρυβε μέσα στην τσάντα του:
Μέσα εκεί υπήρχαν όλα τα φανταχτερά ρουχαλάκια κα μεταμφιέσεις που χρησιμοποιούσε τόσο καιρό ο φίλος του αγοριού για να τον χαροποιήσει.
Από εκείνη τη μέρα το αγόρι έκανε τα πάντα για να κάνει τους άλλους χαρούμενους κι ευτυχισμένους.